H D-μαννόζη αποτελεί μια εναλλακτική λύση αντιμετώπισης και προστασίας από λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος. Η χρήση της D-μαννόζης διευρύνεται όλο και περισσότερο, σε μια προσπάθεια να μειωθεί η αλόγιστη λήψη αντιβιοτικών και κατά συνέπεια οι συνέπειες που αυτά προκαλούν. Μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αποτελεσματικότητα της D-μαννόζης μπορεί να φτάσει σε ποσοστό έως και 85%, με ταυτόχρονη σημαντική μείωση των ανεπιθύμητων παρενεργειών που παρατηρούνται κατά τις αντιβιοτικές θεραπείες.
Τι είναι η D-μαννόζη;
Η D-μαννόζη αποτελεί ένα απλό σάκχαρο, το οποίο βρίσκεται φυσικά στον οργανισμό. Ως απλό σάκχαρο δεν διασπάται, ούτε μεταβολίζεται, με αποτέλεσμα να μην επιδρά στο γλυκαιμικό δείκτη. Η D-μαννόζη καταλήγει στο ουροποιητικό σύστημα, όπου αποτελεί δομικό υλικό του βλεννογόνου, ενώ η περίσσεια αυτής αποβάλλεται μέσω των ούρων.
Ποιος είναι ο ρόλος της D-μαννόζης στο ουροποιητικό σύστημα;
Τα βακτήρια E. coli θεωρούνται τα πιο κοινά παθογόνα, τα οποία είναι υπεύθυνα για την πρόκληση ουρολοιμώξεων σε ποσοστό σχεδόν 90%. Αν και τα βακτήρια E. coli αποτελούν μέρος του φυσιολογικού εντερικού μικροβιώματος, όταν βρεθούν στο ουροποιητικό σύστημα προκαλούν λοιμώξεις. Τα ουροπαθογόνα βακτήρια εισέρχονται στην ουροδόχο κύστη και μέσω διάφορων μηχανισμών προσβάλλουν τον οργανισμό, οδηγώντας σε συμπτώματα ουρολοιμώξεων. Η κυστίτιδα αποτελεί τον πιο κοινό τύπο λοίμωξης του ουροποιητικού συστήματος. Κατά κύριο λόγο, τα βακτήρια E. coli δρουν μέσω των λεγόμενων τριχιδίων «fimbriae», τα οποία διαδραματίζουν αναπόσπαστο ρόλο στην προσκόλληση και τον αποικισμό των βακτηρίων στο ουροποιητικό σύστημα. Τα τριχίδια των παθογόνων βακτηρίων έχουν την ικανότητα να συνδέονται στα μόρια μαννόζης του βλεννογόνου και στη συνέχεια να παράγουν τοξίνες, που οδηγούν σε ερεθισμό και φλεγμονή. Η προσκόλληση των παθογόνων εμποδίζει την αποβολή τους από τον οργανισμό, και ως εκ τούτου είναι το πρώτο βήμα τους στον αποικισμό της ουροδόχου κύστης.
Φυσική αντιμετώπιση στις ουρολοιμώξεις
Οι ουρολοιμώξεις αποτελούν την πιο συχνή μορφή βακτηριακής λοίμωξης, με το 10-20% των γυναικών να εμφανίζουν συμπτώματα ουρολοίμωξης τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους. Παράλληλα, ανησυχητικοί είναι και οι αριθμοί περιστατικών υποτροπών, καθώς έως και το 50% των γυναικών θα βιώσουν ξανά ουρολοίμωξη μέσα στον πρώτο χρόνο μετά την αρχική μόλυνση. Ως κύριο μέτρο αντιμετώπισης λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος, εφαρμόζονται τα αντιβιοτικά, τα οποία όμως συνδέονται με ένα ευρύ φάσμα παρενεργειών, όπως διάρροια, ναυτία, ακόμα και εμφάνιση κολπίτιδας και μυκητίασης. Ωστόσο, αν και όλα τα παραπάνω αποτελούν περιστασιακά συμπτώματα που υποχωρούν μετά το τέλος της αντιβιοτικής, έχουν παρατηρηθεί και επιπλέον αρνητικές συνέπειες των αντιβιοτικών. Η μακροχρόνια και αλόγιστη χρήση αντιβιοτικών μπορεί, επίσης, να οδηγήσει σε αντίσταση των μικροοργανισμών στα αντιβιοτικά, καθιστώντας δύσκολη τη θεραπεία σε μελλοντική προσβολή. Παράλληλα, τα αντιβιοτικά φάρμακα προκαλούν μεταβολή και διατάραξη του φυσιολογικού εντερικού μικροβιώματος, με αποτέλεσμα τα γαστρεντερικά συμπτώματα. Οι παραπάνω λόγοι έχουν στρέψει την επιστημονική κοινότητα στην αναζήτηση πιο φυσικών σχημάτων για την πρόληψη και αντιμετώπιση λοιμώξεων του ουροποιητικού και την αποφυγή δυνητικών επιπλοκών για την υγεία.
Η αξιολόγηση της D-μαννόζης σε σύγκριση με άλλους παράγοντες, κυρίως αντιβιοτικούς, για την αποτελεσματικότητά της σε ουρολοιμώξεις αποτελεί ολοένα και περισσότερο πεδίο έρευνας. Ο τρόπος προσκόλλησης των βακτηρίων στην μαννόζη του οργανισμού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενάντια στα βακτήρια ως ένας απλός και εξαιρετικά αποτελεσματικός μηχανισμός. Λόγω της ιδιότητας της να μην μεταβολίζεται στο πεπτικό σύστημα, η D-μαννόζη καταλήγει στο ουροποιητικό σύστημα. Εκεί, αλληλεπιδρά με τα βακτήρια Ε.coli, τα οποία δεσμεύονται στα ελευθέρα μόρια της D-μαννόζης. Η διάθεση μεγαλύτερων ποσοτήτων μορίων μαννόζης στα ούρα, μέσω συμπληρωμάτων διατροφής, έχει ως αποτέλεσμα η πλειοψηφία των παθογόνων βακτηρίων προσκολλώνται στην πιο άμεσα διαθέσιμη μαννόζη. Αποτέλεσμα αυτής της σύνδεσης είναι τα βακτήρια να μην μπορούν να προσκολληθούν στη φυσική μαννόζη του σώματος στα κύτταρα της ουροδόχου κύστης για να δημιουργήσουν λοίμωξη και έτσι αποβάλλονται μέσω των ούρων μαζί με τη D-μαννόζη.
Εκτός από τα ευεργετικά αποτελέσματα που έχουν παρατηρηθεί από τη λήψη D-μαννόζης, αξιοσημείωτα είναι και τα συμπεράσματα που έχουν προκύψει σχετικά με τις παρενέργειες. Η D-μαννόζη φαίνεται να είναι γενικά ασφαλής και καλά ανεκτή από τον οργανισμό ακόμα και σε υψηλές δόσεις, χωρίς να υπάρχουν καταγεγραμμένα αποτελέσματα παρενεργειών.
Στοιχεία μελετών για τη χρήση της D-μαννόζης
Μελέτες έχουν ερευνήσει την αποτελεσματικότητα της μαννόζης, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς συνδυασμούς και δοσολογίες. Η συνιστώμενη δόση D-μαννόζης είναι 2-3 γραμμάρια την ημέρα για τις 3 πρώτες ημέρες εκδήλωσης μιας οξείας λοίμωξης. Μετά το πέρας των έντονων συμπτωμάτων προτείνεται η συνέχιση της συμπληρωματικής λήψης μικρότερης ποσότητας μαννόζης για τουλάχιστον 5 ημέρες. Ένας ολοκληρωμένος κύκλος πρόσληψης D-μαννόζης θα διασφαλίσει ότι δεν υπάρχει υποτροπή της λοίμωξης. Τα στοιχεία δείχνουν, ότι μικρές δόσεις μαννόζης μπορούν να χρησιμοποιηθούν και μακροπρόθεσμα για έως και 6 μήνες, ως προστασία σε άτομα με ιστορικό υποτροπιαζουσών ουρολοιμώξεων.
Για παράδειγμα μελέτη του 2014 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «Η D-μαννόζη είχε μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο υποτροπιάζουσας ουρολοίμωξης». Άλλη πηγή αναφέρει ότι «Παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά στην αναλογία των γυναικών που έλαβαν D-μαννόζη και δεν εμφάνισαν υποτροπή έναντι αυτών που έλαβαν αντιβιοτική θεραπεία», καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι «Η D-μαννόζη ήταν πολύ πιο αποτελεσματική από τα αντιβιοτικά στη μείωση του κινδύνου επανεμφάνισης της ουρολοίμωξης».
Ouromanoz® από την ΟLONEA®
Στην OLONEA® παρακολουθώντας όλα τα πρόσφατα επιστημονικά δεδομένα, έχουμε αναπτύξει την καινοτόμα σειρά ouromanoz®. Τα προϊόντα ouromanoz® βασίζονται στην D-μαννόζη από φλοιό σημύδας με 100% φυσική προέλευση. Η φυσική D-μαννόζη εξασφαλίζει την πλήρη απουσία γενετικά τροποποιημένων ουσιών και άλλων σακχάρων για μεγαλύτερη ασφάλεια. Οι κατάλληλες αναλογίες D-μαννόζης και οι διαφορετικοί συνδυασμοί συστατικών δημιουργούν εξειδικευμένα προϊόντα τα οποία στοχεύουν σε διαφορετικές ανάγκες του ουροποιητικού συστήματος.
To ouromanoz® RAPID περιέχει 2g φυσικής D-μαννόζης, 250mg εκχύλισμα κράνμπερι PACRAN, 100g εκχύλισμα ιβίσκου Ellirose, εκχύλισμα ασερόλας πλούσιο σε βιταμίνη C, πρεβιοτικές φυτικές ίνες και προβιοτικές καλλιέργειες Bacillus coagulans. Είναι κατάλληλο για άμεση αντιμετώπιση συμπτωμάτων λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος.
Η συμπληρωματική θεραπεία D-Mannose μπορεί να είναι μια αποτελεσματική θεραπευτική και προληπτική προσέγγιση για τις λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος που προκαλούνται από το βακτήριο E. coli. Ωστόσο, είναι σημαντικό πάντα να τηρούνται οι κανόνες υγιεινής και να υπάρχει η σύμφωνη γνώμη των ειδικών υγείας πριν τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής.
Βιβλιογραφία
- Lenger SM, Bradley MS, Thomas DA, Bertolet MH, Lowder JL, Sutcliffe S. D-mannose vs other agents for recurrent urinary tract infection prevention in adult women: a systematic review and meta-analysis. Am J Obstet Gynecol. 2020 Aug;223(2):265.e1-265.e13. doi: 10.1016/j.ajog.2020.05.048. Epub 2020 Jun 1. PMID: 32497610; PMCID: PMC7395894.
- Wagenlehner F, Lorenz H, Ewald O, Gerke P. Why d-Mannose May Be as Efficient as Antibiotics in the Treatment of Acute Uncomplicated Lower Urinary Tract Infections-Preliminary Considerations and Conclusions from a Non-Interventional Study. Antibiotics (Basel). 2022 Feb 25;11(3):314. doi: 10.3390/antibiotics11030314. PMID: 35326777; PMCID: PMC8944421.
- Öztürk R, Murt A. Epidemiology of urological infections: a global burden. World J Urol. 2020 Nov;38(11):2669-2679. doi: 10.1007/s00345-019-03071-4. Epub 2020 Jan 10. PMID: 31925549.
- Domenici L, Monti M, Bracchi C, Giorgini M, Colagiovanni V, Muzii L, Benedetti Panici P. D-mannose: a promising support for acute urinary tract infections in women. A pilot study. Eur Rev Med Pharmacol Sci. 2016 Jul;20(13):2920-5. PMID: 27424995.